Θρησκευτικότητα, Πατρίδα, Οικογένεια και το Ρήγμα των Τεμπών
Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Φαίνεται πως υπάρχουν κάποιες ιστορικές στιγμές όπου μια κοινωνία δεν συγκρούεται απλώς για πολιτικές επιλογές, αλλά για κάτι βαθύτερο, για το τι θεωρεί Ιερό.
Η τραγωδία των Τεμπών και το Κίνημα που γεννήθηκε από αυτήν αποκάλυψαν ακριβώς αυτό. Μια βαθιά ρωγμή ανάμεσα στο βίωμα της κοινωνίας και την κυρίαρχη αφήγηση του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού- είτε στη Δεξιά είτε στην "Αριστερή" εκδοχή του.
Δεν πρόκειται απλώς για διαφωνία ή ταξική σύγκρουση. Πρόκειται για σύγκρουση κοσμοαντιλήψεων.
Όταν μιλάμε για το Ιερό εδώ, δεν μιλάμε για θεοκρατία, ούτε για εθνικισμό, ούτε για πατριαρχικά σχήματα εξουσίας.
Μιλάμε για τρεις θεμελιώδεις άξονες νοήματος που κάθε κοινωνία χρειάζεται για να σταθεί όρθια.
Δηλαδή:
α) Υπαρξιακή θρησκευτικότητα / πνευματικότητα, όχι ως δόγμα εξουσίας, αλλά ως τρόπος να νοηματοδοτείς τον πόνο, τον θάνατο, τη θυσία, τη δικαιοσύνη.
β) Έθνος / Πατρίδα: όχι ως αποκλεισμός του Άλλου, αλλά ως ιστορική συνέχεια, συλλογική μνήμη, κοινή ευθύνη.
γ) Οικογένεια: όχι ως καταναγκαστική κανονικότητα, αλλά ως πρωτογενής δεσμός φροντίδας, απώλειας και ευθύνης.
Αυτά τα τρία δεν είναι «συντηρητικά κατάλοιπα».
Είναι προ-πολιτικά θεμέλια κάθε κοινωνικής συνοχής.
Ένα ισχυρό ρεύμα της σύγχρονης, μεταφιλελεύθερης, "Αριστεράς" και Δεξιάς αντιμετωπίζει και τα τρία με καχυποψία ή και εχθρότητα. Θεωρεί τη θρησκευτικότητα/πνευματικότητα ως ανορθολογισμό, το έθνος ως ακροδεξιά ολίσθηση, την οικογένεια ως φορέα καταπίεσης.
Το αποτέλεσμα είναι μια ριζική αποϊεροποίηση της δημόσιας ζωής της οποίας τα συμπτώματα βιώνονται στο πετσί όλων μας.
Η πολιτική μετατρέπεται σε τεχνική διαχείριση(management), η δικαιοσύνη σε διαδικασία, η κοινωνία σε πληθυσμό προς διοίκηση και η ανθρώπινη ύπαρξη σε αριθμό.
Με τον τρόπο αυτό εκείνο που απομένει είναι ένα κενό νοήματος, καλυμμένο με όρους όπως «πρόοδος», «εκσυγχρονισμός», «ορθολογικότητα» κλπ. Κάτι σαν κουραμπιές χωρίς "γέμιση", πασπαλισμένος με μπόλικη ζάχαρη-για να κρατήσουμε και το "πνεύμα" των ημερών.
Το Κίνημα των Τεμπών γεννήθηκε ακριβώς από το έγκλημα των Τεμπών όπου συμπυκνώθηκε η ολοσχερής απο-ιεροποίηση της ζωής και του θανάτου.
Και γι' αυτό το Κίνημα των Τεμπών αποκάλυψε το κουκουλωμένο αυτό κενό νοήματος.
Όχι γιατί πρότεινε κάποιο πρόγραμμα, αλλά γιατί επανέφερε την αναγκαιότητα του Ιερού στον δημόσιο χώρο.
Μίλησε για νεκρά παιδιά, όχι για «αστοχίες συστημάτων». Μίλησε για ευθύνη, όχι γενικώς για «διαχρονικές παθογένειες». Μίλησε για αλήθεια, όχι για ισορροπίες λέγοντας όλα αυτά που δεν έλεγε κανείς "θεσμικός". Και το έκανε χωρίς κομματική διαμεσολάβηση.
Αυτό λοιπόν είναι το ρήγμα. Η πολιτική ξαναγίνεται ηθική πράξη και όχι διαχείριση.
Γι' αυτό και η Καρυστιανού ενοχλεί τόσο πολύ. Γιατί ενσαρκώνει, τόσο με τον λόγο της αλλά και με τη ζώσα μαρτυρία της οδύνης της, και τους τρεις άξονες του Ιερού που η κυρίαρχη νεοφιλελέ αφήγηση έχει απορρίψει.
Μιλά με θρησκευτική γλώσσα πένθους και μνήμης, όχι με αποστειρωμένο ορθολογισμό.
Μιλά ως μέλος μιας πατρίδας που απαιτεί κυριαρχία και δικαιοσύνη, όχι ως διαχειριστικό παράρτημα.
Μιλά πρωτίστως ως μάνα, δηλαδή ως μέλος οικογένειας.
Και εδώ αγγίζουμε το πιο ευαίσθητο σημείο.
Ακολουθώντας τη σκέψη της Hannah Arendt -που διέκρινε καθαρά ανάμεσα στη vita privata (οικογένεια, φροντίδα, ζωή) και τη vita activa (δημόσια πράξη, πολιτική)- μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ο κίνδυνος των σύγχρονων κοινωνιών, είναι όταν η πολιτική αποκόπτεται από τη ζωή και γίνεται απλή διοίκηση.
Και αυτό ακριβώς είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα.
Η Καρυστιανού κάνει το «απαράδεκτο». Φέρνει τη vita privata -τη μάνα που έχασε παιδί της- μέσα στη vita activa, χωρίς φίλτρα, χωρίς ρόλους, χωρίς άδεια. Δηλαδή, η ιδιωτική ζωή εισβάλει με ορμή στη δημόσια ζωή και αναμοχλεύει τη θεσμική ψευτο-ησυχία της.
Και αυτό διαλύει τα ιδεολογικά σχήματα.
Γιατί η απώλεια ενός παιδιού δεν αποδομείται, δεν σχετικοποιείται, δεν ενσωματώνεται.
Γι’ αυτό και κατά κάποιο τρόπο η οικογένεια ενοχλεί περισσότερο από το έθνος. Γιατί το έθνος μπορεί εν τέλει να γίνει θεωρία, η μάνα όχι.
Στο πρόσωπο της μάνας Καρυστιανού η ζωή εισβάλλει και πάλι στην πολιτική.
Η αλήθεια είναι πως περάσαμε πολλά χρόνια σαν μια κοινωνία χωρίς Ιερό. Είναι ίσως αυτό που ψιθυρίζει ο Λαός μας "δεν έχουν ιερό και όσιο".
Και μια κοινωνία χωρίς Ιερό δεν πενθεί πραγματικά, δεν θυμάται ουσιαστικά, δεν διεκδικεί βαθιά.
Συνεπώς η αποκατάσταση του Ιερού δεν είναι οπισθοδρόμηση.
Είναι προϋπόθεση δημοκρατίας.
Αποκατάσταση του Ιερού σημαίνει πολιτική που ξανασυνδέεται με τη ζωή, δικαιοσύνη που δεν εξαντλείται σε διαδικασίες, κοινωνία που δεν ντρέπεται για τις ρίζες της.
Επομένως, το Κίνημα των Τεμπών δεν είναι «επικίνδυνο» επειδή είναι λαϊκό.
Είναι επικίνδυνο γιατί θυμίζει ότι η πολιτική ξεκινά από τον άνθρωπο, η δικαιοσύνη από τη μνήμη και η ελευθερία από το νόημα.
Το Κίνημα των Τεμπών είναι επικίνδυνο για το Σύστημα γιατί απαιτεί την επανα-σύνδεση της vita privata με τη vita activa, μια σύνδεση που τόσο ευφυώς ο Καπιταλισμός απέκοψε.
Το Κίνημα των Τεμπών είναι επικίνδυνο για το Σύστημα γιατί επιχειρεί την αποκατάσταση του Ιερού, όχι ως μια επιστροφή της κοινωνίας στο παρελθόν αλλά ως όρος για να υπάρξει μέλλον.
Στην μεταπολιτευτική Ελλάδα καθώς θέλαμε να καθαριστούμε από τα εθνικιστικά κατάλοιπα της χούντας "πετάξαμε το μωρό μαζί με το νερό του μπάνιου". Πετάξαμε την βαθιά υπαρξιακή πνευματικότητα, πετάξαμε τη φροντίδα της οικογένειας, πετάξαμε τη συλλογική μας μνήμη και την ταυτότητα, τη συνέχεια του Τόπου, πετάξαμε την Ιερότητα της ζωής και του θανάτου.
Και η αποκατάσταση αυτή, η εκ νέου Ιεροποίηση της Ζωής, είναι το κύριο πρόταγμα της νέας Μεταπολίτευσης όπως αυτή αιτείται από το κίνημα των Τεμπών.
Στη φωτο πίνακας του αείμνηστου Θέμη Τσιρώνη "Ο Άη Λαός".
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.