17 Οκτωβρίου 2025

Η εκταφή είναι μια ανατροπή της αρχέγονης συμφωνίας ανάμεσα στη γη και το σώμα.

Του Μάνου Λαμπράκη 

Στην Παλαιά Διαθήκη, το χώμα δεν είναι μεταφορικό. 

Είναι όρκος. 

«Χοῦς εἶ καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσῃ» — το σώμα δεν ανήκει σε κανέναν πέραν της γης, και η γη δεν είναι αντικείμενο διοικητικής ανακύκλωσης. 

Η ταφή δεν είναι αποθήκευση, είναι λειτουργική επιστροφή.

Όταν όμως το σώμα εκταφεί, διακόπτεται αυτή η λειτουργική επιστροφή, ο κύκλος σπάει. Δεν έχουμε πλέον τον νεκρό ως πρόσωπο, αλλά ως υλικό προς τακτοποίηση — ως πρόβλημα χωρητικότητας.

Η σύγχρονη πρακτική των εκταφών, που επιβάλλεται από τη στενότητα των κοιμητηρίων, μετατρέπει το χώμα σε διαχειριστικό μέσο και τον θάνατο σε λογιστική υπόθεση. Ο χώρος ταφής παύει να είναι τόπος μνήμης και γίνεται μηχανισμός ροής σωμάτων, μια «γραμμή παραγωγής αποσύνθεσης».
Η φθορά, που κάποτε υπήρξε ιερή διαδικασία μεταμόρφωσης, γίνεται εδώ διοικητικό χρονοδιάγραμμα. Ο χρόνος της αποσύνθεσης δεν είναι πια χρόνος προσμονής της Ανάστασης, αλλά προθεσμία παραμονής.

Στην Παλαιά Διαθήκη, κάθε μετακίνηση του σώματος απαγορεύεται ρητώς. 

Ο νεκρός οφείλει να παραμείνει στον τόπο της ταφής του, διότι
«οὐκ ἀνοιχθήσεται τάφος, οὐδὲ μετακινηθήσεται ὀστοῦν ἀνθρώπου» (πρβλ. Δ΄ Βασιλειῶν 23,16· Ἰερεμίου 8,1–2).

Ο προφήτης Ιερεμίας περιγράφει ως σημείο κατάρας τη στιγμή που «ἀνοίξουσι τὰ ὀστᾶ βασιλέων καὶ ἱερέων ἐκ τῶν τάφων αὐτῶν»,
ώστε να μείνουν «ἄταφα ὑπὸ ἥλιον καὶ σελήνην» — δηλαδή, αποσπασμένα από την ιερή προστασία του χώματος και εκτεθειμένα στο φως της φθοράς.

Η ανασκαφή του τάφου είναι, επομένως, αντι-δημιουργική πράξη: αποσυνδέει τον νεκρό από το στοιχείο που τον γέννησε και τον επανεντάσσει βίαια στον κόσμο των ζώντων. Δεν πρόκειται για συνέχεια της ζωής, αλλά για παραβίαση της σιωπής της.

Εδώ διαφαίνεται η τεχνολογική ύβρις της εποχής μας: η ιδέα ότι ακόμη και η αποσύνθεση μπορεί να προγραμματιστεί, να μετρηθεί, να επιταχυνθεί.
Το χωνευτήριο είναι η υλική μεταφορά αυτής της βεβήλωσης. Εκεί όπου τα οστά τοποθετούνται για να «λιώσουν», ο χρόνος υποκαθίσταται από τη θερμότητα, και η φυσική αναμονή αντικαθίσταται από χημική επιτάχυνση. 

Το χώμα —ο κατεξοχήν θεολογικός φορέας της επιστροφής— απουσιάζει. 

Το υλικό που μένει δεν είναι γη, είναι σκόνη χωρίς γενεαλογία, στάχτη χωρίς τόπο.

Αν η ταφή είναι η επιστροφή στο στοιχείο, η εκταφή είναι η αφαίρεση του στοιχείου, η εκμηδένιση της σχέσης του σώματος με τη γη.

Ωστόσο, η αποτέφρωση, εφόσον δεν χρησιμοποιείται ως μέτρο εξοικονόμησης χώρου αλλά ως τελετουργική πράξη επανένωσης με το στοιχείο, μπορεί να νοηθεί διαφορετικά.
Η φωτιά, όταν τελείται εντός πίστης, δεν είναι όργανο εξάλειψης· είναι στοιχείο καθαρμού.
Όπως το χώμα παραλαμβάνει, η φλόγα μεταστοιχειώνει. Η στάχτη δεν είναι απουσία, αλλά μορφή πληρότητας. Είναι η υλική ομολογία ότι το σώμα, όπως και το φως, δεν ανήκει σε κανέναν τόπο, αλλά διαχέεται σε όλους.
Η γη ενσωματώνει, η φωτιά απελευθερώνει και οι δύο όμως υπηρετούν την ίδια υπόσχεση: ότι τίποτε δεν χάνεται, αλλά επιστρέφει.

Η θεολογική ένσταση δεν στρέφεται, λοιπόν, κατά της αποτέφρωσης καθεαυτής, αλλά κατά της αποϊεροποίησής της. Η φλόγα που καταναλώνει χωρίς τελετουργία είναι απλώς μηχανισμός. Η φλόγα που ανάβει εντός προσευχής είναι πράξη δοξολογίας: η τελευταία αναπνοή της ύλης μέσα στο φως.
Η στάχτη, όταν τελεί υπό ευλογία, δεν σημαίνει απώλεια σώματος, αλλά μυστική επιστροφή στο πρωταρχικό στοιχείο.

Η εκταφή δεν είναι δεύτερη ταφή. 

Είναι αντίστροφη ανάσταση. Είναι το άνοιγμα του τάφου χωρίς την παρουσία του Θεού.

Είναι η πράξη που επαναφέρει το σώμα στον έλεγχο του ανθρώπου, χωρίς την υπόσχεση της Ανάστασης. Μια αντίστροφη λειτουργία, όπου ο νεκρός δεν ανασταίνεται, αλλά διορθώνεται.

Η φιλοσοφία του θανάτου στον ύστερο καπιταλισμό είναι η φιλοσοφία της συμπίεσης: δεν υπάρχει χώρος, άρα δεν υπάρχει χρόνος, άρα δεν υπάρχει μνήμη.
Η εκταφή είναι η υλική μορφή της αμνησίας. Εκεί όπου δεν υπάρχει χώμα, δεν υπάρχει ιστορία παρά μόνο διαχείριση.
Κι έτσι, η γη —που κάποτε ήταν ο κοινός τόπος των πάντων— μετατρέπεται σε μηχανή εξορίας των νεκρών.

Η πράξη της εκταφής, που άλλοτε θα εθεωρείτο παράβαση, σήμερα προβάλλεται ως ανάγκη. Και όμως, πίσω από αυτή την «ανάγκη» κρύβεται μια βαθιά αλλοίωση του ανθρωπολογικού μας αισθήματος: δεν πιστεύουμε πια ότι το σώμα είναι κατοικία του Θεού, πιστεύουμε ότι είναι ενοχλητικό απόθεμα υλικού.
Κι όταν η γη δεν προλαβαίνει να δεχθεί τους νεκρούς, δεν είναι γιατί πολλαπλασιάστηκαν οι θάνατοι — είναι γιατί εξαντλήθηκε ο χώρος της πίστης.

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/p/1CifuvMXT7/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.