23 Αυγούστου 2025

Η φανουρόπιτα, ως λαϊκή συνήθεια μαγικο-λατρευτικής αντίληψης

Του Μάνου Λαμπράκη 

Η φανουρόπιτα, ως λαϊκή συνήθεια που διαχέεται στις κοινότητες κάθε Αυγούστου, ιδίως ανήμερα του Αγίου Φανουρίου, αποτελεί ίσως μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις όπου η λαϊκή ευσέβεια συγκρούεται με τη θεολογική αυστηρότητα της Ορθοδοξίας. Ενώ εμφανίζεται ως τάμα, ως χειρονομία ευχαριστίας για ένα «φανέρωμα» — αντικειμένου, προσώπου ή ακόμη και τύχης — εντούτοις η ίδια η πράξη δεν έχει καμία λειτουργική θεμελίωση. Στην πατερική θεολογία δεν υπάρχει Μυστήριο που να ανταποκρίνεται στη λογική του «φανερώματος» ως αντάλλαγμα, ούτε επιτρέπεται η θεοποίηση της συμπτωματικότητας. Αντίθετα, η Εκκλησία αναγνωρίζει μόνο τη λειτουργική μνήμη του Αγίου, η οποία εκφράζεται δια του ευχαριστιακού σώματος της κοινότητας και αποκορυφώνεται αποκλειστικά στην αρτοκλασία.

Η αρτοκλασία δεν είναι μια αυθαίρετη προσφορά. Δεν γεννάται από λαϊκό αίτημα να «φανερωθεί» κάτι, αλλά από την ίδια την εκκλησιολογική δομή της προσευχής: τον ευχαριστιακό χαρακτήρα της κοινότητας που προσφέρει τους άρτους, το σιτάρι, το κρασί και το λάδι ως προοίμιο της Θείας Ευχαριστίας. 

Εδώ δεν υπάρχει ιδιωτικοποίηση της πίστης, ούτε εργαλειοποίηση του Αγίου ως μαγικού μεσολαβητή. Αντιθέτως, η αρτοκλασία είναι λειτουργικό γεγονός που υπερβαίνει την ατομικότητα, καθώς τα αναγνώσματα και οι ευχές αναφέρονται σε ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας και όχι σε ένα προσωπικό αίτημα.

Η φανουρόπιτα, όμως, λειτουργεί σαν λαϊκός αναχρονισμός, είναι κατάλοιπο μιας μαγικο-λατρευτικής αντίληψης, όπου το ιερό ταυτίζεται με την αποτελεσματικότητα: «έχασα κάτι — θα προσφέρω για να το ξαναβρώ». Σε αυτή τη λογική, η χάρη δεν είναι δωρεά, αλλά συναλλαγή. Πρόκειται για μια λαϊκή μορφή θρησκευτικής κατανάλωσης, η οποία ακυρώνει την αποφατική διάσταση της θεολογίας, δηλαδή ότι ο Θεός δεν αποκαλύπτεται κατ’ απαίτηση ούτε προσφέρεται ως εγγύηση για καθημερινές μικροϋποθέσεις.

Η εκκλησιαστική θεολογία, από τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή μέχρι τον Βλαδίμηρο Λόσσκυ, επιμένει ότι η θεία ενέργεια δεν μπορεί να συλληφθεί μέσα σε όρους αιτιότητας ή ανταπόδοσης, το δώρο της χάριτος είναι υπέρλογο και ανυπότακτο. Η φανουρόπιτα, αντιθέτως, εγκλωβίζει το θαύμα στο καθεστώς του χρήσιμου, στο «φανέρωσε μου κάτι για να σε τιμήσω». Είναι μια μορφή λαϊκής θρησκευτικότητας που μεταμορφώνει την προσευχή σε συμβόλαιο.

Αντιθέτως, η αρτοκλασία εκφράζει την αλήθεια της κοινότητας: προσφέρουμε τους άρτους όχι για να λάβουμε κάτι ατομικό, αλλά για να θυμηθούμε ότι το σώμα της Εκκλησίας ζει «ἐν κοινωνίᾳ», ότι η ευχαριστία είναι συλλογική, όχι ιδιωτική. Ο πιστός δεν έρχεται να ζητήσει να του «φανερωθεί» κάτι, αλλά να συμμετάσχει σε μια μνήμη που φανερώνει ήδη τον Χριστό. Η φανέρωση, εδώ, δεν είναι αντικείμενο που χάνεται και βρίσκεται, αλλά το ίδιο το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας.

Σε αυτή την ένταση αποκαλύπτεται η θεολογική ασυμβατότητα: η φανουρόπιτα ανήκει στο πεδίο της θρησκείας, της λαϊκής πρακτικής, του καθημερινού συμβιβασμού με το τυχαίο. Η αρτοκλασία ανήκει στο πεδίο της Εκκλησίας, του μυστηριακού σώματος, της ευχαριστιακής ύπαρξης. Ό,τι επιβιώνει ως λαϊκό έθιμο μπορεί να έχει αξία ανθρωπολογική, αλλά θεολογικά οδηγεί σε σύγχυση. Όταν η Εκκλησία ενδίδει και δέχεται τη φανουρόπιτα, υποκύπτει σε αυτό που ορίζεται ως «κουλτούρα της απόδοσης»: η πίστη μετατρέπεται σε παραγωγικότητα, το Άγιο σε εργαλείο που αποδίδει καρπούς αν και μόνο αν υπάρξει προσφορά.

Η φανουρόπιτα, συνεπώς, εκφράζει το έλλειμμα, την ανικανότητα να σταθούμε μπροστά στον Θεό χωρίς αίτημα, χωρίς αντάλλαγμα. Η αρτοκλασία, αντίθετα, φανερώνει το πλεόνασμα, την υπεραφθονία της Χάριτος. Μόνο αυτή η δεύτερη ανήκει στην Ορθοδοξία. Η πρώτη παραμένει στη σφαίρα του εθίμου, της λαϊκής παράδοσης, ίσως και μιας ακατάσχετης ανάγκης να «φανερωθεί» κάτι που όμως δεν μπορεί να φανεί παρά μόνο μέσα στη Θεία Ευχαριστία.

ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/share/19dVxHvHeh/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.