26 Νοεμβρίου 2025

Μεγάλη εκδήλωση αφιερωμένη στο έγκλημα των Τεμπών που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Τέχνης Κοζάνης

Με έντονη συγκίνηση και καθαρό μήνυμα διεκδίκησης πραγματοποιήθηκε, το μεσημέρι της Κυριακής 23 Νοεμβρίου 2025, στην Αίθουσα Τέχνης Κοζάνης, η εκδήλωση – ανοιχτή συζήτηση της Ομάδας Συμπαράστασης Κοζάνης για το Έγκλημα στα Τέμπη.




Μαρία Καρυστιανού

Πάνος Ρούτσι




Παρέμβαση από την Ομάδα Συμπαράστασης Κοζάνης για το Έγκλημα στα Τέμπη

 

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να περιγράψει κανείς τα συναισθήματα που προκάλεσε στην ελληνική κοινωνία η τραγωδία των Τεμπών. Η υπόθεση έχει δύο διακριτά μεταξύ τους σκέλη. Το πρώτο σκέλος αφορά αυτό καθ’ εαυτό το έγκλημα, τη σύγκρουση των δύο τραίνων. Σε κάποιους αρέσει να το αποκαλούν δυστύχημα. «Συμβαίνει και σε άλλες χώρες», θα τους ακούσουμε να λένε. «Δυστυχήματα συμβαίνουν». Καλό είναι να μην παίζουμε με τις λέξεις, αλλά ταυτόχρονα να μην τις φοβόμαστε. Η αλήθεια λοιπόν είναι η εξής: Δυστύχημα είναι σε χώρες όπου τα απαραίτητα συστήματα ασφάλειας βρίσκονται σε λειτουργία, υπάρχει επαρκώς εκπαιδευμένο και επαρκές προσωπικό, υπάρχει συνεχής εκμάθηση και αξιολόγηση του προσωπικού, υπάρχουν οι υψηλά καταρτισμένοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις, υπάρχουν υποδομές. Κοντολογίς, δυστύχημα είναι σε χώρες που έχουν επενδύσει στον σιδηρόδρομο βλέποντας τον ως μοχλό ανάπτυξης και πολλαπλασιαστή ισχύος και τον έχουν μετατρέψει στο οικονομικότερο, οικολογικότερο και ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς που υπάρχει.

Σε χώρες που έβλεπαν τον σιδηρόδρομο ως βαρίδι, ως ένα πρόβλημα που απλώς χρήζει διεκπεραίωσης και διαχείρισης με το μικρότερο δυνατό κόστος όπως η Ελλάδα, σε αυτές τις χώρες είναι έγκλημα και μάλιστα προαναγγελθέν. Είχαν προειδοποιήσει άλλωστε για αυτό οι εκπρόσωποι των εργαζομένων πολύ καιρό πριν, και μάλιστα πολλές φορές με ανακοινώσεις και απεργίες οι οποίες κρίνονταν σχεδόν πάντα παράνομες και καταχρηστικές. Στην Ελλάδα ο σιδηρόδρομος πολεμήθηκε από τα καρτέλ των διυλιστηρίων και των οδικών μεταφορών, για αυτό δεν έγινε ποτέ κύρια επιλογή του αθηναϊκού κράτους. Στο δίλημμα αυτοκινητόδρομος ή σιδηρόδρομος, τάχθηκε αναφανδόν υπέρ του πρώτου, εξυπηρετώντας συγκεκριμένα συμφέροντα. Το έγκλημα των Τεμπών είναι το αποτέλεσμα της διάλυσης του κοινωνικού κράτους. Μιας διάλυσης που τα τελευταία χρόνια συντελείται οργανωμένα και συστηματικά σε όλους τους τομείς του δημοσίου. Από την ασφάλεια των μεταφορών, μέχρι την υγεία, την παιδεία, την ενέργεια, την κοινωνική προστασία, την εργασία. Απομακρύνεται εντελώς η χώρα από την επίτευξη στόχων βιώσιμης ανάπτυξης με ανθρώπινο πρόσωπο. Γιατί μια ανάπτυξη που υπηρετεί τα κέρδη των λίγων και δεν απευθύνεται στη κοινωνική ευημερία των πολλών δεν μπορεί να είναι βιώσιμη.


Και υπάρχει φυσικά και το δεύτερο σκέλος, αυτό της συγκάλυψης, η οποία ξεδιπλώθηκε με έναν τρόπο που πραγματικά εντυπωσιάζει. Εάν το ελληνικό κράτος δρούσε στα κρίσιμα και ουσιώδη για την πατρίδα μας ζητήματα με τη μισή ταχύτητα, συστηματικότητα κι αποτελεσματικότητα από αυτή που επέδειξε στην επιχείρηση συγκάλυψης, η Ελλάδα θα ήταν στην κορυφή, πάνω από τη Γερμανία, την Ιαπωνία και άλλες πολυδιαφημισμένες για την οργάνωση και αποτελεσματικότητά τους χώρες! Ένα (αυτοδιαφημιζόμενο ως επιτελικό) κράτος το οποίο αδυνατούσε επί χρόνια να βρει 15.000 ευρώ για να αντικαταστήσει την χαλασμένη τηλε - διοίκηση, βρήκε κυριολεκτικά εν μια νυκτί 600.000 ευρώ για να μπαζώσει τον χώρο του εγκλήματος! Τα παραδείγματα είναι πολλά και δεν χρειάζεται να τα απαριθμήσουμε ένα προς ένα. Έγιναν κυριολεκτικά τα πάντα για να εξαφανιστούν κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία, ενώ ταυτόχρονα κατασκευάστηκαν σενάρια που δεν αντέχουν σε καμία σοβαρή επιστημονική εξέταση, διοχετεύτηκαν όμως προς αθρόα αναπαραγωγή στα συστημικά media με σκοπό να φυτέψουν μέσω πλύσης εγκεφάλου στη συνείδηση της κοινής γνώμης την άποψη ότι τα Τέμπη ήταν μια τραγωδία που οφειλόταν σε ανθρώπινο λάθος και σε διαχρονικές αδυναμίες των ελληνικών σιδηροδρόμων. Είπαμε και νωρίτερα ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τις λέξεις, όταν αυτές περιγράφουν την αλήθεια. Μόνο μια εγκληματική συμμορία θα μπορούσε να ενορχηστρώσει μια τέτοια πολυεπίπεδη διαδικασία εξαπάτησης και παραπλάνησης. Στη δολοφονία Λαμπράκη το παρακράτος έγινε κράτος. Στα Τέμπη το κράτος έγινε παρακράτος. Ακούγεται πολύ βαρύ, αλλά δυστυχώς είναι η αλήθεια. Άλλωστε το πρόβλημα στη χώρα μας είναι πρώτα και κύρια πολιτικό. Η τραγωδία των Τεμπών είναι αποτέλεσμα της κρίσης της πολιτικής. Το ελληνικό πολιτικό προσωπικό είναι ανίκανο να διαμορφώσει και να χαράξει πολιτικές εξόδου από την κρίση. Ζει και αναπαράγεται μέσα από την αναξιοκρατία, την οικογενειοκρατία, τον κομματισμό, τον παραγοντισμό και το ρουσφέτι. Αυτές όμως οι συμπεριφορές γεννούν τη διαφθορά, την διαπλοκή και τον παρασιτισμό.

Όλα έδειχναν ότι η επιχείρηση συγκάλυψης η οποία εξελίχθηκε με την αμέριστη συνδρομή της δικαιοσύνης θα πετύχαινε. Μια δικαιοσύνη από την οποία ο λαός μας έχει πικρές μέχρι σήμερα εμπειρίες. Στην περίοδο των μνημονίων έκρινε συνταγματικές όλες τις περικοπές των μισθών και των συντάξεων, νομιμοποίησε όλες τις περιβαλλοντικές αυθαιρεσίες, τις ιδιωτικοποιήσεις, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Η εμπιστοσύνη των Ελλήνων προς τη Δικαιοσύνη κατέρρευσε και γι’ αυτό ευθύνονται ανώτατοι λειτουργοί της, οι οποίοι όχι μόνο δεν τίμησαν τον όρκο τους, αλλά αντιθέτως, καταρράκωσαν το κύρος του θεσμού που υπηρετούν. Κι όσοι σήμερα ρωτούν επικριτικά και υποκριτικά «δεν έχετε εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη;» η απάντηση είναι ένα μεγάλο «όχι». Και το «όχι» το βροντοφωνάζουν οι διαμαρτυρόμενοι εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων. Πώς άλλωστε να έχουν εμπιστοσύνη, όταν με τις πράξεις τους ανώτατοι δικαστικοί φρόντισαν να την μετατρέψουν σε όργανο της κυβέρνησης, καταρρακώνοντας την ανεξαρτησία της, το κράτος δικαίου και κατ’ επέκταση το δημοκρατικό πολίτευμα; Έτσι φθάσαμε το 70-80% των πολιτών να δηλώνουν στις δημοσκοπήσεις πως δεν εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη, ούτε πιστεύουν ότι η κυβέρνηση επιδιώκει τη διαλεύκανση της τραγωδίας. Αντιθέτως, πιστεύουν ότι συνωμότησαν για να συγκαλύψουν το έγκλημα στα Τέμπη. Ούτε φυσικά η αντιπολίτευση, ή η ανύπαρκτη δημοσιογραφική έρευνα έκαναν ιδιαίτερα σοβαρή προσπάθεια να αποκαλύψουν τα όργια αυθαιρεσίας και παραβίασης των κανόνων. Υπήρξε δηλαδή μία κραυγαλέα κρίση όλων των θεσμών, οι οποίοι επέδειξαν χαρακτηριστική αδυναμία να επιτελέσουν τον ρόλο τους. Ποιος αντικατέστησε τους θεσμούς; Το ασίγαστο πάθος των συγγενών, οι οποίοι παρακινούμενοι από την ιερή υποχρέωση απέναντι στους ανθρώπους τους και με την αρωγή ευαισθητοποιημένων ειδικών άρχισαν σιγά-σιγά να αποκαλύπτουν μια προς μια τις κραυγαλέες αντιφάσεις, παραλείψεις και παραβιάσεις των νόμων που είχε μεθοδεύσει η κυβέρνηση. Από τότε άρχισε να συντελείται η μεγάλη στροφή. Η κοινή γνώμη άρχισε σιγά-σιγά να συνειδητοποιεί ότι τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά από τον τρόπο που τους τα είχε παρουσιάσει ένα κράτος το οποίο για την επιβίωση του επινοεί συνεχώς μηχανισμούς ασυλίας. Για αυτό η παρέμβαση των συγγενών με τη συλλογή 1.300.000 υπογραφών για την άρση της ασυλίας των πολιτικών ηθικών αυτουργών, ήταν από τις πιο σημαντικές θεσμικές παρεμβάσεις της μεταπολίτευσης. Και φυσικά ακολούθησαν τα μεγαλειώδη συλλαλητήρια του Φεβρουαρίου σε Ελλάδα και εξωτερικό, τα οποία μπορούν χωρίς ίχνος υπερβολής να χαρακτηριστούν πρωτοφανή στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Και εκεί ακριβώς ήταν που οι κυβερνώντες από την Ύβρη πέρασαν στην Άτη. Τυφλωμένοι από την αλαζονεία της εξουσίας, παραβίασαν τον πλέον αρχέγονο νόμο, αυτόν του σεβασμού των νεκρών. 2.500 χρόνια πριν, ο Σοφοκλής μας έλεγε μέσω της Αντιγόνης ότι: «τον σεβασμό στο νεκρό τον επιβάλλει η άγραφη και ασάλευτη επιταγή των Θεών, που δεν ισχύει μόνο σήμερα ή χθες, αλλά αιώνια». Και ο Όμηρος 3.000 χρόνια πριν, στη συγκλονιστική τελευταία ραψωδία της Ιλιάδας μας δίδαξε τον σεβασμό στους συγγενείς των νεκρών. Ανεξάρτητα από την εποχή ή τον πολιτισμό, ανεξάρτητα από το θρήσκευμα ή την κυρίαρχη ιδεολογία, ο σεβασμός στο νεκρό ήταν πάντα το κοινό χαρακτηριστικό. Η προσβολή της μνήμης του, θεωρούνταν πάντα ως μια πράξη που ξεφεύγει από τα όρια και τις αρχές του πολιτισμού. Και χαρακτηρίζει την έννοια της βαρβαρότητας. Εν έτει 2025 λοιπόν ορισμένοι δεν σεβάστηκαν τίποτα και εξαπέλυσαν άθλιες επιθέσεις λάσπης και συκοφαντίας, επιστρατεύοντας τα γνωστά τρολ τους.

Στις αρχαίες τραγωδίες μετά την Ύβρη και την Άτη έρχεται η Νέμεσις και η Τίσις. Η δικαιοσύνη οφείλει να σταθεί έστω και την τελευταία στιγμή στο ύψος των περιστάσεων και να δικαιώσει τον αγώνα του συλλόγου συγγενών θυμάτων των Τεμπών για δίκαιη δίκη και πραγματική τιμωρία των φυσικών και ηθικών αυτουργών. Το χρωστάμε στα θύματα και στο Κράτος Δικαίου να μην επιτρέψουμε την συγκάλυψη. Να αποδοθεί Δικαιοσύνη, να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Και να απαιτήσουμε οργανωμένα ως Κοινωνία των Πολιτών τα αυτονόητα: ότι σε κάποια χρόνια θα πηγαίνουμε σε σύγχρονους σιδηροδρομικούς σταθμούς, θα επιβιβαζόμαστε σε σύγχρονα τραίνα και θα ταξιδεύουμε με άνεση, ταχύτητα και ασφάλεια. Ότι δεν θα υπάρξει ξανά Μάνδρα, Μάτι, Πύλος. Ότι οι πολίτες αυτής της χώρας θα σταματήσουν να ζουν από τύχη. Το κίνημα των Τεμπών έσχισε το πέπλο που σκέπαζε αυτή την ασχήμια. Και αποκάλυψε ένα κράτος που βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ένα κράτος δορυφορικό, εξαρτημένο, παρασιτικό, με οξύ περιφερειακό πρόβλημα, έντονες κοινωνικές ανισότητες, δημογραφική κατάρρευση και σε παραγωγική αποσύνθεση. Το βιώνουμε έντονα και στην περιοχή μας που με την βίαιη απολιγνιτοποίηση και την δήθεν δίκαιη μετάβαση οδηγείται σε μαρασμό. Το βιώνει η ελληνική νεολαία που παρά τον αγώνα της να μορφωθεί, να σπουδάσει και να οικοδομήσει το μέλλον της, έχει σαν μόνη διέξοδο την φυγή στο εξωτερικό, ή την εποχιακή εργασία σε κάποιο ελληνικό νησί.

Η μεταπολίτευση δεν μπόρεσε, ή δεν θέλησε να οικοδομήσει ένα κράτος δικαίου. Η αναξιοκρατία, η ανεργία, η υποβάθμιση των σπουδών έκανε ορατή την απογοήτευση των νέων και ξύπνησε τον κρυμμένο τους θυμό. Η νέα γενιά συνειδητοποιεί ότι τίποτα δεν θα τους χαρίσουν αν δεν το διεκδικήσουν, βάζοντας την δική τους σφραγίδα και γκρεμίζοντας το σάπιο που υπάρχει γύρω τους.

Λέμε λοιπόν στους συγγενείς των θυμάτων που βρίσκονται σήμερα μαζί μας, και φυσικά σε όλους τους υπόλοιπους συγγενείς.

Δεν είστε μόνοι.

Όσο και αν χρειαστεί.

Ότι και αν χρειαστεί.

Δεν θα είστε μόνοι μπροστά στα απίστευτα ψέματα που έχουν ειπωθεί.

Γιατί όπως έγραψε και ο Μενέλαος Λουντέμης, «ειπώθηκαν ψέματα που ντράπηκαν και τα ίδια, μια και δεν ντρέπονταν τα στόματα που τα έλεγαν».

  Ομάδα Συμπαράστασης για το Έγκλημα στα Τέμπη

 


ΠΗΓΗ - Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.