*
Νιώθουμε συχνά την επιθυμία να ασχοληθούμε σε βάθος με ποιητές, πεζογράφους, καλλιτεχνικά κινήματα και σχολές. Ωστόσο μας δυσκολεύει πολλές φορές ο όγκος τους, η διαφορά του ύφους τους ανά περιόδους και χρονικές φάσεις, καθώς και ο φόβος μιας εσφαλμένης πρώτης εντύπωσης που θα μας αποθαρρύνει. Στο πνεύμα αντίστοιχων εκλαϊκευτικών και βοηθητικών άρθρων για συγγραφείς, σκηνοθέτες, μουσικούς κ.ο.κ., που αφθονούν σε ιστότοπους του εξωτερικού, ο Θάνος Γιαννούδης επιδιώκει να σκιαγραφήσει έναν οδικό χάρτη ανάγνωσης του νεοελληνικού ποιητικού τοπίου. Έναν χάρτη σε καμία περίπτωση πατερναλιστικό, παρά περισσότερο βοηθητικό για τον νέο, καλοπροαίρετο και –κυρίως– απροκατάληπτο αναγνώστη.
~.~
ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
1938 – 2018-> Από πού να ξεκινήσω;
Η κυριότερη ιδιότητα από τις πολλαπλές που έφερε ο Μάνος Ελευθερίου (ποιητής, πεζογράφος, ερευνητής, συλλέκτης, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός κ.ά.) και σίγουρα εκείνη που τον ανέδειξε ως μείζονα δημιουργό αφήνοντας το όνομά του στην ιστορία του νεότερου μας πολιτισμού υπήρξε σαφέστατα η στιχουργική. Από το τεράστιο, τώρα, σε όγκο στιχουργικό του έργο, κρίνουμε πως το καλύτερο δυνατό σημείο αφετηρίας αποτελούν τόσο οι κύκλοι τραγουδιών όσο και αρκετά από τα μεμονωμένα τραγούδια του που κυκλοφόρησαν κατά τη δεκαετία του 1970 (Άγιος Φεβρουάριος, Τα λαϊκά, Θητεία, Τροπάρια για φονιάδες, συμμετοχή σε δίσκους όπως οι: Σεργιάνι στον κόσμο, Γράμματα στον Μακρυγιάννη, Μικρές Πολιτείες κ.α.). Εδώ συναντούμε τη στιχουργική φωνή του Ελευθερίου έτοιμη και ώριμη να διαλέγεται με τα πλέον ιστορικά και κομβικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής Ιστορίας (Δικτατορία, μετεμφυλιακή Ελλάδα, Μικρασιατική Καταστροφή, Επανάσταση του 1821), ανιχνεύοντας το αποτύπωμα και τις συνέπειές τους τόσο στο σώμα του λαού ως σύνολο όσο και στο κάθε άτομο ξεχωριστά ως μονάδα. Ο αναγνώστης / ακροατής θα αναγνωρίσει ορισμένα από τα διασημότερα τραγούδια του στιχουργού που ντύνουν έκτοτε παλλαϊκές συναυλίες και σχολικές επετείους, ενώ, παράλληλα, θα εξοικειωθεί με ορισμένες από τις βασικές θεματικές του κοινωνικού και πολιτικού τμήματος της προσωπικής του γραφής, διαμορφώνοντας μια αρκετά αντιπροσωπευτική πρώτη εικόνα της συνολικής του παρουσίας.-> Τι να διαβάσω στη συνέχεια;
Από τη στιγμή που ο αναγνώστης έχει τοποθετηθεί ιδεολογικά κι αισθητικά στον πυρήνα της στιχουργίας του Μάνου Ελευθερίου, το επόμενο βήμα διαχέεται σε πολλαπλές κατευθύνσεις, σύμφυτες και με την εν γένει πολλαπλότητα του έργου του. Αφενός μπορεί κανείς να εντρυφήσει περαιτέρω στη στιχουργία του ώστε να παρατηρήσει τις μεταλλαγές της όσο η Μεταπολίτευση χάνει σταδιακά τα ριζοσπαστικά της προτάγματα και ο στιχουργός, παράλληλα, αρχίζει να έρχεται αντιμέτωπος με τα γηρατειά και το φάσμα της απογοήτευσης και του επερχόμενου θανάτου. Αφετέρου μπορεί να αποτολμήσει και το επόμενο βήμα στα υπόλοιπα τμήματα του έργου του, είτε στο αμιγώς ποιητικό του κομμάτι που διαλέγεται με την κοινωνική και υπαρξιακή διάσταση της μεταπολεμικής ποίησης είτε στο ερευνητικό / δοκιμιακό που τοποθετείται κριτικά επάνω σε πρόσωπα και καταστάσεις του στιχουργικού, μουσικού και ποιητικού τοπίου, περιγράφοντας, ταυτόχρονα, και την περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα της εποχής με τρόπο εύληπτο, κατανοητό και σε κάθε περίπτωση απολύτως προσβάσιμο κι όχι εξεζητημένο φιλολογικά.
-> Από πού να ΜΗΝ ξεκινήσω:
Παρόλο που έχουν καταφέρει να μπουν σε αρκετές από τις σχετικές λίστες με τα ευπώλητα βιβλία των ετών που κυκλοφόρησαν και παρόλο που πράγματι διαβάστηκαν αρκετά (αν και από συγκεκριμένης υφής αναγνωστικό κοινό), τα μυθιστορήματα του Μάνου Ελευθερίου, με ανώτερό τους αισθητικά κατά πάσα πιθανότητα τον Καιρό των χρυσανθέμων, δεν αποτελούν το αντιπροσωπευτικότερο δυνατό σημείο εκκίνησης για την καταβύθιση στο δημιουργικό του κόσμο. Γραμμένα σε μια ύστερη ηλικία και απηχώντας κάποιες στιγμές ένα αίσθημα νοσταλγίας και κόπωσης, παραπέμπουν εκ πρώτης όψεως σ’ ένα μυθιστόρημα συγκριτικά πιο «μαζικής παραγωγής», διηθημένο, ωστόσο, με επιμέρους αμιγώς νεωτερικές πεζογραφικές τεχνικές, δημιουργώντας εντέλει ένα μη άμεσα προσβάσιμο στον συμβατικό αναγνώστη υβριδικό αποτέλεσμα. Εσφαλμένη, τέλος, αφετηρία θα αποτελούσαν και ορισμένοι πιο εφήμεροι στίχοι του ελαφρολαϊκού τραγουδιού που ο συγγραφέας έγραψε (στο περιθώριο, πάντως, της συνολικής του παραγωγής) για κάποια μεγάλα ονόματα του «εμπορικού» χώρου και προς το τέλος χρονικά της δημιουργικής του πορείας, αποτυγχάνοντας, όμως, σ’ αυτή την περίπτωση να μπολιάσει το τραγούδι του συρμού με μια διαφορετική προοπτική και υποτασσόμενος εντέλει στα δικά του μέτρα και σταθμά.-> Αν μου άρεσε, πού να στραφώ μετά;
Τοποθετημένος ακριβώς στον πυρήνα των μειζόνων της έντεχνης – λαϊκής στιχουργίας, ο Μάνος Ελευθερίου αξίζει να συνεξεταστεί σε βάθος με τις περιπτώσεις του Νίκου Γκάτσου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου, τέμνοντας τον πρώτο καίρια στη λυρική κι έντεχνη πλευρά του και αγγίζοντας το δεύτερο οριακά στην πιο αμιγώς «λαϊκή» της εξακτίνωση. Αρκετές συνάφειες θεματικά, εκφραστικά και ιδεολογικά μπορεί κανείς να βρει και στο στιχουργικό έργο του Μιχάλη Μπουρμπούλη, ο οποίος, δίχως να φτάνει το ευρύτερο άνυσμα του Ελευθερίου, στέκεται στις δυνατές του στιγμές με αξιώσεις κοντά στο ύφος και το ύψος του τελευταίου. Η ταυτόχρονη, τέλος, ποιητική και στιχουργική του ιδιότητα κρίνουμε πως επιβάλλει και τη σύγκριση με έτερους μεταπολεμικούς ελευθερόστιχους ποιητές κοινωνικών / πολιτικών αναφορών που δοκιμάστηκαν τόσο στον έμμετρο στίχο (Βύρων Λεοντάρης, Κλείτος Κύρου) όσο και στην έντεχνη στιχουργία (Τάσος Λειβαδίτης, Μιχάλης Κατσαρός, Δημήτρης Χριστοδούλου), με ορισμένες μεν σημαντικές επιτυχίες, αλλά με ανισομερές εντέλει το τελικό τους ολοκληρωμένο αποτέλεσμα, δίχως το εύρος και το βάθος του στιχουργικού λόγου του Συριανού δημιουργού.ΘΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΔΗΣ
~.~
ΠΗΓΗ:https://neoplanodion.gr/2024/10/07/apo-pou-6/?fbclid=IwY2xjawFw0kJleHRuA2FlbQIxMQABHf8a7t7fWBUpw4V1ZOJwWiNkjwMaQNqZ0B3PSuo7N3flbOfnavPR4GCP7w_aem_cvb3xxx2EcCghoHvwO4yHA
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.