Ρέκβιεμ για τη Δύση – του Τζόρτζιο Αγκάμπεν
Μετάφραση: Αναστάσιος Θεοφιλογιαννάκος
Γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Μόριτς Σταϊνσνάιντερ, ένας από τους ιδρυτές της επιστήμης του Ιουδαϊσμού, δήλωσε, προς σκανδαλισμό πολλών «ορθά» σκεπτόμενων ανθρώπων, ότι το μόνο πράγμα, που θα μπορούσαμε να πράξουμε για τον Ιουδαϊσμό, ήταν να του εξασφαλίσουμε μιαν αξιοπρεπή κηδεία. Αυτή η κρίση μπορεί να ισχύει έκτοτε και για την Εκκλησία και για τον δυτικό πολιτισμό στο σύνολό του. Εκείνο που συνέβη στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η αξιοπρεπής κηδεία, για την οποία μίλησε ο Σταϊνσνάιντερ, δεν τελέστηκε ούτε τότε για τον Ιουδαϊσμό ούτε σήμερα για τη Δύση.
Ουσιαστικό μέρος της κηδείας στην παράδοση της Καθολικής Εκκλησίας είναι η ακολουθία του Ρέκβιεμ, της οποίας το Εισοδικό ανοίγει κατά λέξη με τη φράση: Requiem aeternam dona eis, Domine, et lux perpetua luceat eis. («Ανάπαυση αιώνια δώσε σε αυτούς, Κύριε, και ας τους φωτίζει αέναο φως»). Μέχρι το 1970, το ρωμαϊκό ευχολόγιο προέβλεπε στη διάταξη της ακολουθίας του Ρέκβιεμ και την απαγγελία του ύμνου Dies irae («Ημέρα οργής»). Η επιλογή του συγκεκριμένου ύμνου συνάδει απόλυτα με το γεγονός ότι ο ίδιος ο όρος με τον οποίο ονοματίζεται η ακολουθία για τους κεκοιμημένους προερχόταν από ένα αποκαλυπτικό κείμενο, την Αποκάλυψη του Έσδρα, που επικαλούνταν ταυτόχρονα την ειρήνη και το τέλος του κόσμου: requiem aeternitatis dabit vobis, quoniam in proximo est ille, qui in finem saeculi adveniet, «θα σας δώσει αιώνια ειρήνη, γιατί αυτός, που έρχεται στο τέλος των αιώνων, είναι εγγύς». Η κατάργηση του dies irae το 1970 συνδυάζεται με την εγκατάλειψη κάθε εσχατολογικού αιτήματος από την Εκκλησία, η οποία με αυτόν τον τρόπο έχει πλήρως συμμορφωθεί και εναρμονιστεί με την ιδέα της άπειρης προόδου, που ορίζει τη νεωτερικότητα. Αυτό που αφήνεται να εκπέσει και αποβάλλεται, χωρίς το θάρρος να εξηγηθούν οι λόγοι –η ημέρα της οργής, η τελευταία ημέρα– μπορεί να αδραχθεί ως όπλο για να χρησιμοποιηθεί ενάντια στις ποταπότητες και τις αντιφάσεις της εξουσίας τη στιγμή του τέλους της. Αυτό σκοπεύουμε να κάνουμε εδώ, προσπαθώντας να τελέσουμε, χωρίς πρόθεση παρωδίας, όμως έξω από την Εκκλησία, που συγκαταριθμείται στους νεκρούς, ένα είδος συντομευμένης κηδείας για τη Δύση.
Dies irae, dies illa
solvet saeclum in favilla,
teste David cum Sybilla.
(«Ημέρα θυμού, εκείνη την ημέρα
θα καταστρέψει τον κόσμο τρέποντάς τον σε στάχτη,
όπως μαρτυρούν ο Δαβίδ και η Σίβυλλα.»)
Για ποιαν ημέρα πρόκειται; Για το παρόν, βέβαια, για τον χρόνο που ζούμε. Κάθε ημέρα είναι η ημέρα της οργής, η τελευταία ημέρα. Σήμερα ο αιώνας, ο κόσμος καίγεται, και μαζί με αυτόν και το σπίτι μας. Γι’ αυτό το πράγμα πρέπει να είμαστε μάρτυρες, όπως ο Δαβίδ και η Σίβυλλα. Όποιος σιωπά και δεν μαρτυρεί γι’ αυτό, δεν θα έχει ειρήνη ούτε τώρα ούτε αύριο, γιατί είναι ακριβώς η ειρήνη που η Δύση δεν μπορεί και δεν θέλει να δει ή να σκεφτεί.
Quantus tremor est futurus
quando iudex est venturus
cuncta stricte discussurus.
(«Πόσος θα είναι ο τρόμος,
όταν θα έρθει ο κριτής
για να κρίνει με αυστηρότητα τα πάντα.»)
Ο τρόμος δεν είναι μελλοντικός, είναι εδώ και τώρα. Και εκείνος ο κριτής είμαστε εμείς, που έχουμε κληθεί για να εξαγγείλουμε την κρίση μας, την επίκαιρη κρίσιν για τον δικό μας χρόνο. Στη λέξη «κρίση», για την οποία μιλούμε συνεχώς προκειμένου να δικαιολογήσουμε την κατάσταση εξαίρεσης, εμείς αποδίδουμε την αρχική της έννοια, την έννοια της κρίσεως. Στην ορολογία της Ιπποκρατικής Ιατρικής, η κρίσις δήλωνε τη στιγμή κατά την οποία ο γιατρός πρέπει να κρίνει εάν ο ασθενής θα πεθάνει ή θα επιζήσει. Με τον ίδιο τρόπο εμείς διακρίνουμε αυτό που πεθαίνει στη Δύση και αυτό που είναι ακόμα ζωντανό. Και η κρίση θα είναι αυστηρή, δεν θα επιτρέψει να της διαφύγει τίποτα.
Tuba mirum spargens sonum
per sepulchra regionum,
coget omnes ante thronum.
Mors stupebit et natura,
cum resurget creatura,
iudicanti responsura.
(«Μια τρομπέτα που ήχο υπέροχο σκορπίζει
στους τάφους όλου του κόσμου
θα τους καλέσει όλους μπροστά στο θρόνο.
Ο θάνατος και η φύση θα εκπλαγούν,
όταν το πλάσμα αναστηθεί ,
για να απαντήσει στον κριτή.»)
Δεν μπορούμε να αναστήσουμε τους νεκρούς, αλλά μπορούμε τουλάχιστον να προετοιμάσουμε με κάθε φροντίδα το υπέροχο όργανο της σκέψης και της κρίσης μας και, ύστερα, κάνοντάς το να ηχεί χωρίς φόβο, να ελευθερώσουμε τη φύση και τον θάνατο από τα χέρια της εξουσίας που μέσω αυτών μας κυβερνά. Το να νιώθουμε ότι η φύση και ο θάνατος εκπλήσσονται, προγευόμενοι εδώ και τώρα τη δυνατότητα άλλης ζωής και άλλου θανάτου, είναι η μόνη ανάσταση που μας ενδιαφέρει.
Liber scriptus proferetur,
in quo totum continetur,
unde mundus iudicetur.
Iudex ergo cum sedebit,
quidquid latet apparebit,
nil inultum remanebit.
(«Θα ανοιχτεί το βιβλίο,
στο οποίο περιέχονται όλα,
και ο κόσμος θα κριθεί απ’ αυτό.
Αμέσως μόλις ο κριτής θα καθίσει στο θρόνο του,
θα αποκαλυφθούν όλα όσα είναι κρυμμένα,
τίποτα δεν θα μείνει χωρίς εκδίκηση.»)
Το γραμμένο βιβλίο είναι η ιστορία, που είναι πάντα η ιστορία του ψεύδους και της αδικίας. Για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη δεν υπάρχει ιστορία, αλλά μια στιγμιαία αποκάλυψη στην αποφασιστική κρίση κάθε ψεύδους και κάθε αδικίας. Εκείνη τη στιγμή το ψέμα δεν θα μπορεί πλέον να καλύψει την πραγματικότητα. Η δικαιοσύνη και η αλήθεια, στην πραγματικότητα, εκδηλώνουν τον εαυτό τους φανερώνοντας το ψέμα και την αδικία. Και τίποτα δεν θα ξεφύγει από τη δύναμη της βεντέτας τους, αν βέβαια αποδίδουμε στη λέξη αυτή, τη λέξη vendetta, την ετυμολογική σημασία που αυτή διατηρεί στη ρωμαϊκή δίκη, όπου ο vindex είναι εκείνος που vim codicit, ο οποίος δηλαδή δείχνει στον δικαστή τη βία που του ασκήθηκε και με αυτή την έννοια και μόνο vendica («εκδικείται»).
Quid sum miser tunc dicturus,
quem patronum rogaturus,
cum vix iustus sit securus.
(«Κι εγώ που είμαι άθλιος τι θα πω,
ποιον θα καλέσω να με υπερασπιστεί,
αν ο δίκαιος μόλις και μετά βίας σώζεται;»)
Ο δίκαιος, που δίνει τη φωνή του στην κρίση, εμπλέκεται κατά κάποιο τρόπο στην κρίση και δεν μπορεί να καλέσει άλλους για την υπεράσπισή του. Κανείς δεν μπορεί να μαρτυρήσει για τον μάρτυρα, είναι μόνος με τη μαρτυρία του –με αυτή την έννοια δεν είναι ασφαλής, είναι μέσα στην κρίση του δικού του χρόνου και παρόλα αυτά καταθέτει τη μαρτυρία του.
Confutatis maledictis,
flammis acribus addictis,
voca me cum benedictis…
Lacrimosa dies illa,
qua resurget ex favilla
iudicandus homo reus
(«Θα καταδικαστούν οι καταραμένοι ,
θα ριχτούν στις ζωντανές φλόγες,
κάλεσέ με ανάμεσα στους ευλογημένους…
Ημέρα δακρύων θα είναι εκείνη η ημέρα,
όταν θα σηκωθεί από τις στάχτες
ο ένοχος για να κριθεί.»)
Μολονότι ο ύμνος για την ημέρα της οργής (ο Dies irae) αποτελεί μέρος μιας ακολουθίας, με την οποία ζητείται ειρήνη και έλεος για τους νεκρούς, η διάκριση μεταξύ των καταραμένων και των ευλογημένων, μεταξύ των δημίων και των θυμάτων διατηρείται. Την τελευταία ημέρα οι δήμιοι, όπως πράττουν τώρα χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουν, διαψεύδονται πραγματικά μόνοι τους, αφήνουν να πέσουν οι μάσκες, που κάλυπταν τις αδικίες και τα ψέματά τους και ρίχνονται στις φλόγες, που οι ίδιοι έχουν ανάψει. Η τελευταία ημέρα, η ημέρα της οργής, η κάθε ημέρα, είναι ημέρα δακρύων για αυτούς, και μάλλον, επειδή ακριβώς το γνωρίζουν, προσποιούνται ότι είναι τόσο χαμογελαστοί. Μόνο η συναίνεση και ο φόβος των πολλών αναβάλλει εκείνη την ημέρα. Γι’ αυτό, όσο και αν γνωρίζουμε ότι είμαστε ανίσχυροι μπροστά στην εξουσία, τόσο πιο αδυσώπητη πρέπει να είναι η κρίση μας, την οποία δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε από το Ρέκβιεμ που τελούμε. Κύριε, μην τους δίνεις ειρήνη, γιατί δεν ξέρουν τι είναι.
⸙⸙⸙
[Αναρτήθηκε στις 11.7.2024 στην ιστοσελίδα του περιοδικού Quodlibet. Πρώτη δημοσίευση της μετάφρασης στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: ©Merab Abramishvili. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]
ΠΗΓΗ:https://frear.gr/?p=36300&fbclid=IwY2xjawElMMhleHRuA2FlbQIxMQABHZN8IIvkG7nsXOeG4Q4aOnlx38Sr0x1HINLtiV1tIJMajN4N9UXR5D2IeA_aem_zacN5hmkDyHmAt8CmzUkRQ
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.