Σ’ ένα πρόσφατο εμπεριστατωμένο άρθρο του (δημοσιεύθηκε στο έγκυρο γερμανικό ιστότοπο Cicero) ο γνωστός Αμερικανός καθηγητής και “γκουρού” της “ρεαλιστικής σχολής” Τζον Μιρσχάιμερ επανέρχεται στο Ουκρανικό. Αυτή τη φορά, σχεδόν 18 μήνες μετά την έναρξη του πολέμου, καταθέτει μια απαισιόδοξη ανάλυση-πρόγνωση για την διάρκεια του πολέμου και τις μικρές πιθανότητες εξεύρεσης ειρηνικής λύσης.
Το άρθρο του Μιρσχάιμερ ξεκινά με δύο καίρια ερωτήματα: Πρώτον, αν στο άμεσο μέλλον είναι δυνατή μια ειρηνευτική συμφωνία. Δεύτερον, ποια πλευρά έχει περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει. Με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα, η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ένα ξεκάθαρο όχι. Ο λόγος είναι –σύμφωνα με τον Μιρσχάιμερ– ότι «βρισκόμαστε σε έναν πόλεμο στον οποίο και οι δύο πλευρές (Ουκρανία και Δύση από τη μια πλευρά και Ρωσία από την άλλη) βλέπουν η μια την άλλη ως υπαρξιακή απειλή που πρέπει να εξαλειφθεί».
Με δεδομένο μάλιστα τις μαξιμαλιστικές επιδιώξεις και των δύο πλευρών, «είναι σχεδόν αδύνατο να συναφθεί μια βιώσιμη συνθήκη ειρήνης. Επιπλέον, οι δύο πλευρές έχουν ασυμβίβαστες διαφορές ως προς το έδαφος και τις σχέσεις της Ουκρανίας με τη Δύση. Το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα θα ήταν μια παγωμένη σύγκρουση που θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει ξανά θερμό πόλεμο. Στη χειρότερη περίπτωση, θα μπορούσε να ακολουθήσει πυρηνικός πόλεμος, κάτι που είναι απίθανο αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί».
Όσο για το ποιος θα κερδίσει τελικά αυτόν τον πόλεμο η απάντηση του Μιρσχάιμερ είναι επίσης ξεκάθαρη: «Η Ρωσία θα κερδίσει τελικά τον πόλεμο, ακόμα κι αν δεν νικήσει αποφασιστικά την Ουκρανία». Διευκρινίζει όμως ότι «η Ρωσία δεν θα κατακτήσει ολόκληρη την Ουκρανία, κάτι που θα ήταν απαραίτητο για την επίτευξη τριών από τους στόχους της Μόσχας: την ανατροπή του καθεστώτος, την αποστρατιωτικοποίηση της χώρας και τη διακοπή των δεσμών ασφαλείας μεταξύ του Κιέβου και της Δύσης». Ωστόσο, τελικά εκτιμά πως η Ρωσία «θα προσαρτήσει ένα μεγάλο μέρος του εδάφους της Ουκρανίας και θα μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα δυσλειτουργικό κράτος. Με άλλα λόγια, η Ρωσία θα κερδίσει μια άσχημη νίκη».
Που βρισκόμαστε σήμερα
Σύμφωνα με τον Μιρσχάιμερ, το σημαντικό για την κατανόηση της τρέχουσας κατάστασης και προκειμένου να αντιληφθεί κάποιος προς τα που οδεύει αυτός ο πόλεμος, πρέπει να γνωρίζει εκτός από τα όσα συμβαίνουν στα πεδία των μαχών και το «πώς σκέφτονται οι τρεις βασικοί παίκτες (Ρωσία, Ουκρανία και Δύση) για το περιβάλλον απειλής τους και πώς αντιλαμβάνονται τους στόχους τους». Και όταν αναφερόμαστε στη Δύση είναι προφανές πως εννοούμε «πρωτίστως τις ΗΠΑ, καθώς οι Ευρωπαίοι όταν πρόκειται για την Ουκρανία απλά ακολουθούν τις εντολές τις Ουάσιγκτον».
Ακολούθως, το άρθρο αναφέρεται στο “περιβάλλον των απειλών”, όπως το αντιλαμβάνονται οι Ρώσοι. Έτσι, Το Κρεμλίνο, ήδη από τον Απρίλιο 2008, θεωρούσε «τις προσπάθειες της Δύσης να απορροφήσει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να την καταστήσει δυτικό προπύργιο στα σύνορα της Ρωσίας, ως υπαρξιακή απειλή. Στους μήνες πριν τη ρωσική εισβολή, καθώς συνειδητοποίησαν ότι η Ουκρανία ήταν σχεδόν de facto μέλος του ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος Πούτιν και οι στρατηγοί του έθεσαν επανειλημμένα το θέμα». Όμως, συνεχίζει ο καθηγητής, «από την έναρξη του πολέμου, η Δύση έχει προσθέσει άλλο ένα επίπεδο σε αυτήν την υπαρξιακή απειλή, επιδιώκοντας μια σειρά από νέους στόχους που η ρωσική ηγεσία πρέπει να θεωρεί εξαιρετικά απειλητικούς».
Οι στόχοι της Ρωσίας
Στη συνέχεια, ο Μιρσχάιμερ αναλύει του ρωσικούς στόχους σε αυτήν την «σύγκρουση για την επιβίωσή της», την οποία η Ρωσία «πρέπει να κερδίσει» και εξηγεί πως θα έμοιαζε μια τέτοια νίκη: «Πριν ξεκινήσει ο πόλεμος τον Φεβρουάριο 2022, το ιδανικό αποτέλεσμα ήταν να μετατραπεί η Ουκρανία σε ουδέτερο κράτος και να τερματιστεί ο εμφύλιος πόλεμος στο Ντονμπάς, εκεί όπου η ουκρανική κυβέρνηση πολέμησε Ρώσους και ρωσόφωνους πολίτες που επιδίωκαν μεγαλύτερη αυτονομία, αν όχι την ανεξαρτησία της περιοχής τους».
Ο Μιρσχάιμερ εκτιμά πως για τη Ρωσία «αυτοί οι στόχοι εξακολουθούσαν να είναι ρεαλιστικοί τον πρώτο μήνα του πολέμου και όντως αποτέλεσαν τη βάση για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Κιέβου και Μόσχας στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο 2022». Υποστηρίζει μάλιστα πως «αν οι Ρώσοι είχαν πετύχει αυτούς τους στόχους τότε, ο σημερινός πόλεμος είτε θα είχε αποτραπεί είτε θα είχε τελειώσει γρήγορα».
Όπως εκτιμά όμως, «μια συμφωνία που να ανταποκρίνεται στους στόχους της Ρωσίας δεν μπορεί πλέον να αναμένεται. Για το άμεσο μέλλον Ουκρανία και ΝΑΤΟ είναι στενά συνδεδεμένοι και κανένας από τους δύο δεν είναι διατεθειμένος να αποδεχθεί την ουκρανική ουδετερότητα. Επιπλέον, το καθεστώς στο Κίεβο είναι αγκάθι για τη ρωσική ηγεσία, η οποία θέλει να το ξεφορτωθεί. Δεν μιλάει μόνο για “αποναζιστικοποίηση” της Ουκρανίας, αλλά και για “αποστρατιωτικοποίησή” της – δύο στόχοι που προφανώς θα απαιτούσαν την κατάκτηση ολόκληρης της Ουκρανίας, την παράδοση των δυνάμεών της και την εγκατάσταση ενός φιλορωσικού καθεστώτος στο Κίεβο».
Όμως, το ενδεχόμενο αποφασιστικής ρωσικής νίκης είναι –για τον καθηγητή– απίθανο για διαφόρους λόγους: «Ο ρωσικός στρατός δεν είναι αρκετά μεγάλος για ένα τέτοιο εγχείρημα, το οποίο πιθανότατα θα απαιτούσε τουλάχιστον δύο εκατομμύρια άνδρες. Στην πραγματικότητα, ο υπάρχων ρωσικός στρατός δυσκολεύεται να κατακτήσει ολόκληρο το Ντονμπάς. Επιπλέον, η Δύση θα έκανε τεράστιες προσπάθειες για να εμποδίσει τη Ρωσία να κατακτήσει ολόκληρη την Ουκρανία». Παρόλα αυτά, εκτιμά πως «τελικά οι Ρώσοι θα καταλάμβαναν τεράστιες περιοχές που κατοικούνται σε μεγάλο βαθμό από Ουκρανούς που θα μισούσαν τους Ρώσους και θα αντιστέκονταν λυσσαλέα στην κατοχή. Η προσπάθεια κατάκτησης όλης της Ουκρανίας και η υποταγή της στη θέληση της Μόσχας θα κατέληγε σίγουρα σε καταστροφή».
Όμως, σημειώνει ο Μιρσχάιμερ, «εκτός από τη ρητορική για την αποναζιστικοποίηση και την αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας, οι συγκεκριμένοι στόχοι της Ρωσίας είναι να κατακτήσει και να προσαρτήσει ένα μεγάλο μέρος της Ουκρανίας, μετατρέποντάς την ταυτόχρονα σε δυσλειτουργικό κράτος. Αυτό θα περιόριζε σοβαρά την ικανότητα της Ουκρανίας να διεξάγει πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και θα καθιστούσε απίθανο να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις για ένταξη στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Επιπλέον, μια διαλυμένη Ουκρανία θα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτη στη ρωσική παρέμβαση στην εσωτερική της πολιτική. Εν ολίγοις, η Ουκρανία δεν θα ήταν ένα δυτικό προπύργιο στα σύνορα της Ρωσίας».
Ένα συρρικνωμένο ουκρανικό κράτος
Πώς θα μπορούσε να μοιάζει ένα συρρικνωμένο ουκρανικό κράτος, αναρωτιέται ο Μιρσχάιμερ, μετά την επίσημη προσάρτηση της Κριμαίας και των Ντονέτσκ, Χερσώνα, Λουχάνσκ και Ζαπορόζιε, που αποτελούσαν το 23% της Ουκρανίας πριν τον Φεβρουάριο 2014; Κατ’ αρχάς, διευκρινίζει, η ρωσική ηγεσία «δεν έχει καμία πρόθεση να εγκαταλείψει αυτή την περιοχή, τμήματα της οποίας η Ρωσία δεν ελέγχει ακόμη. Υπάρχει μάλιστα λόγος να πιστεύουμε ότι η Ρωσία θα προσαρτήσει περισσότερο ουκρανικό έδαφος εάν είναι στρατιωτικά σε θέση να το κάνει με λογικό κόστος. Ωστόσο, είναι δύσκολο να πούμε πόση επιπλέον ουκρανική επικράτεια θέλει να προσαρτήσει η Μόσχα».
Επ’ αυτού, ο Μιρσχάιμερ εκτιμά ότι «η ρωσική σκέψη πιθανότατα επηρεάζεται από τρεις υπολογισμούς: Η Μόσχα έχει έντονο συμφέρον να κατακτήσει και να προσαρτήσει οριστικά το ουκρανικό έδαφος που κατοικείται σε μεγάλο βαθμό από Ρώσους και ρωσόφωνους. Θέλει να τους προστατεύσει από την ουκρανική κυβέρνηση, η οποία είναι εχθρική προς οτιδήποτε ρωσικό, και να διασφαλίσει ότι ένας εμφύλιος πόλεμος, όπως αυτός που έλαβε χώρα στο Ντονμπάς μεταξύ Φεβρουαρίου 2014 και Φεβρουαρίου 2022, δεν θα συμβεί πουθενά στην Ουκρανία.
»Ταυτόχρονα, η Ρωσία θέλει να αποφύγει τον έλεγχο περιοχών που κατοικούνται σε μεγάλο βαθμό από εχθρικούς Ουκρανούς, περιορίζοντας σοβαρά την περαιτέρω ρωσική επέκταση. Για να μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα δυσλειτουργικό κράτος, η Μόσχα πρέπει να καταλάβει σημαντικά τμήματα της Ουκρανίας, ώστε να προκαλέσει σημαντική ζημιά στην οικονομία της χώρας». Ένα παράδειγμα, για να επιτευχθεί ο ρωσικός στόχος θα ήταν «ο έλεγχος ολόκληρης της ουκρανικής ακτογραμμής κατά μήκος της Μαύρης Θάλασσας», μια εξέλιξη που «θα έδινε στη Μόσχα σημαντική οικονομική επιρροή στο Κίεβο». Σύμφωνα με τα παραπάνω, συνεχίζει ο Μιρσχάιμερ, είναι πιθανόν η Ρωσία «να επιδιώξει να προσαρτήσει τις περιφέρειες Ντνιπροπετρόβσκ, Χάρκοβο, Μικολάεφ και Οδησσό. Σε αυτή την περίπτωση, η Ρωσία θα έλεγχε περίπου το 43% της ουκρανικής επικράτειας πριν από το 2014».
Στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά σ’ έναν από τους σημαντικότερους Ρώσους στρατηγούς, στον Ντμίτρι Τρένιν, ο οποίος εκτιμά «ότι η ρωσική ηγεσία θα προσπαθήσει να κατακτήσει περισσότερα ουκρανικά εδάφη εισβάλλοντας στη βόρεια Ουκρανία προς τα δυτικά μέχρι τον ποταμό Δνείπερο και καταλαμβάνοντας εκείνο το τμήμα του Κιέβου που βρίσκεται στην ανατολική όχθη αυτού του ποταμού».
Όπως σημειώνει ο Ρώσος στρατηγός, «ένα λογικό επόμενο βήμα –μετά την κατάκτηση της Ουκρανίας από το Χάρκοβο ως την Οδησσό– θα ήταν η επέκταση του ρωσικού ελέγχου σε όλη την Ουκρανία ανατολικά του Δνείπερου, συμπεριλαμβανομένου και του τμήματος του Κιέβου που βρίσκεται στην ανατολική όχθη του ποταμού. Σε αυτή την περίπτωση, το ουκρανικό κράτος θα συρρικνωθεί στις κεντρικές και δυτικές περιοχές της χώρας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.