Πέμπτη 2 Μαρτίου 2017

το τέλος η νίκη θα είναι των λαών

Το επιχείρημα ότι η αποχώρηση από την ευρωζώνη και την ΕΕ και η θέσπιση εθνικού νομίσματος είναι υπόθεση της άρχουσας τάξης και ότι η εργατική τάξη δεν έχει ρόλο σ’ αυτήν είναι φαύλο και ύπουλο, αρνείται την πάλη για την δημοκρατία(2) και παραδίδει το εθνικό – ταξικό ζήτημα στα χέρια του Αστικού Συνασπισμού Εξουσίας, ο οποίος θα το εκμεταλλευτεί σύμφωνα με τα δικά του συμφέροντα.(3). Αυτή η άποψη, παρά την “επαναστατική” φαφλατολογία είναι αντιϊστορική, αρνείται τον ρόλο του επαναστατικού υποκειμένου, αρνείται την πολιτική αξιοποίησης οποιουδήποτε ρήγματος στον Αστικό Συνασπισμό Εξουσίας προς όφελος της εργατικής τάξης και της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού(4), αρνείται την δυνατότητα της πολιτικής ενοποίησης της εργατικής τάξης και την ηγεμονική-διευθυντική συμμαχία της με πλειονοψηφικά τμήματα των ενδιάμεσων διαστρωματώσεων του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αρνείται την αναγκαιότητα συμμαχιών προς όφελος των μισθοσυντήρητων(5), ευνοεί την ανάπτυξη εθνικιστικών και φασιστικών κινημάτων και υπηρετεί την κυριαρχία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
“Σήμερα με την έννοια εθνικός δεν σκεπάζουμε τα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας, μιας μερίδας του λαού, που εκμεταλλευότανε την έννοια αυτή για να προσδώσει γενικό χαρακτήρα σ’ εκείνο που ανταποκρινότανε μόνο στα προνόμια και τα συμφέροντά της. Σήμερα η έννοια εθνικός σημαίνει παλλαϊκός. Σήμερα που συνειδητοποιούνται όλα τα στρώματα του λαού, έθνος και λαός τείνουν και πρέπει να συμπέσουν. Δεν μπορεί να είναι εθνικό ό,τι δεν είναι παλλαϊκό. Και εθνικό απελευθερωτικό μέτωπο, σημαίνει παλλαϊκό απελευθερωτικό μέτωπο. Και εθνικός αγώνας για τη λευτεριά, σημαίνει παλλαϊκός αγώνας για τη λευτεριά και για σήμερα και για αύριο και για πάντα”.
(«Τι είναι και τι θέλει το Ε.Α.Μ.» – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ)
Το ευρώ είναι Χρήμα Αναγκαστικής Κυκλοφορίας (fiat money). Το Χρήμα Αναγκαστικής Κυκλοφορίας δεν έχει “εσωτερική αξία”, δηλαδή δεν αντιστοιχεί σε χρυσό ή κάποιο άλλο πολύτιμο μέταλλο. Το Χρήμα Αναγκαστικής Κυκλοφορίας τίθεται σε κίνηση ύστερα από απόφαση μιας κυβέρνησης και, για να έχει αξία, πρέπει να διατίθεται ελεύθερα από την κεντρική τράπεζα του κράτους που το εκδίδει.
Το ευρώ “έχει” αξία, όχι με απόφαση κάποιας κυβέρνησης, αλλά με απόφαση της Ε.Ε, η οποία δεν είναι θεσμός, ή Αρχή. Διατίθεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όχι με όρους και κανόνες που θέτει μια κυβέρνηση της χώρας που το χρησιμοποιεί, αλλά σύμφωνα με την θέληση αυτής της τράπεζας. Σύμφωνα με την οικονομική επιστήμη, ο βασικότερος όρος για την λειτουργία του Παραστατικού Χρήματος είναι η σταθερή χορήγηση χρήματος από την κεντρική τράπεζα του κράτους. Ένας άλλος όρος είναι, η ποσότητα του χρήματος που διατίθεται στην κυκλοφορία πρέπει να είναι σύμφωνη με την οικονομική ανάπτυξη και να συνυπολογίζονται και άλλα οικονομικά μεγέθη όπως, για παράδειγμα, ο πληθωρισμός. Η Ε.Κ.Τ. δεν είναι πραγματική Κεντρική Τράπεζα. Και τούτο όχι μόνο γιατί δεν ανήκει σε κάποια κρατική συγκρότηση, αλλά και επειδή αδυνατεί να παρέχει την αναγκαία ρευστότητα, σύμφωνα με τις ανάγκες των περιστάσεων, αφού καθοδηγείται από το πρότυπο της Bundesbank. Υπ’ όψιν δε ότι λειτουργεί περισσότερο ως συμφωνία αμετάκλητων ισοτιμιών, παρά ως πολιτική ενιαίου νομίσματος.
Το ευρώ είναι ένα νόμισμα που αντίκειται σε κάθε οικονομικό όρο έκδοσης και λειτουργίας του χρήματος.
Το χρήμα είναι το γενικό ισοδύναμο των εμπορευμάτων και αντικατοπτρίζει την αξία τους. Π.χ. εκατό δραχμές αντιστοιχούσαν σε κάτι. Όμως το ευρώ αντικατοπτρίζει και δημιουργεί μόνο χρέος, αφού παράγεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και διανέμεται στις τράπεζες των χωρών της ευρωζώνης σαν δάνειο με επιτόκιο. Αυτές με τη σειρά τους το δανείζουν στα κράτη με μεγαλύτερο επιτόκιο. Δηλαδή από την πρώτη στιγμή που το παίρνει κάποιος στα χέρια του είτε πρόκειται για τράπεζα είτε για κράτος είτε για άτομο είναι χρεωμένος και, μάλιστα, έχει αποδεχθεί το χρέος του, ακριβώς όπως όταν δανείζεται από ένα τοκογλύφο. Έτσι, όταν η Ελλάδα δανείζεται για να πληρώσει τόκους και τοκοχρεολύσια, φορτώνεται ακόμα μεγαλύτερο χρέος.
Τα διάφορα κουρέματα εντός ευρωζώνης είναι απάτες και αποσκοπούν μόνο στο να μην κηρύξει ολική αδυναμία πληρωμών η Ελλάδα, αλλά να βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ώστε να συνεχίσουν να την απομυζούν οι διεθνείς τοκογλύφοι. Δεν αφήνουν να ψοφήσει η αγελάδα που παράγει γάλα.
Εκτός από την δημιουργία και την ραγδαία αύξηση του χρέους, η χρήση του ευρώ εντείνει δραματικά τον – έτσι κι αλλιώς υπαρκτό και αυτόματο – νόμο της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, αφού οι αδύναμες οικονομικά χώρες δεν μπορούν να ασκήσουν κανένα είδος νομισματικής πολιτικής για τον έλεγχο του πληθωρισμού ή τον αντιπληθωρισμού, της πορείας των εξαγωγών τους, της ενίσχυσης ή όχι κλάδων της παραγωγής, των δημοσιονομικών τους προβλημάτων κ.λ.π. Έτσι παραμένουν έρμαιο στα «καπρίτσια» της Ε.Κ.Τ, των θελήσεων των ισχυροτέρων, ανταγωνιστικοτέρων χωρών, του παρασιτικού τραπεζικού συστήματος και των πτωματοφάγων «οίκων» και «ινστιτούτων». Μέσω του ευρώ τα ελλείμματα των πιο αδύναμων χωρών γίνονται πλεονάσματα των ισχυροτέρων.
Σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το γερμανικό κράτος καταγράφει πλεόνασμα (δημοσιονομικό) εδώ και τρία χρόνια, το οποίο αυξήθηκε στα 23,7 δισεκ. ευρώ το 2016, το υψηλότερο επίπεδο από την επανένωση της χώρας το 1990. Το 2016 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας συνέχισε την ανοδική πορεία του καταγράφοντας πλεόνασμα 278 δις ευρώ. “Αυτά τα πλεονάσματα της Γερμανίας άρχισαν να δημιουργούνται μετά την είσοδο της στην Ευρωζώνη, όπου άρχισε να απομυζά μεθοδικά όλους τους εταίρους της, ενώ έπαψε να ανατιμάται το νόμισμά της (όπως προηγουμένως το μάρκο).” Analyst 30/9/2016 
Το ευρώ, μέσω της αποστέρησης της δυνατότητας άσκησης εθνικής νομισματικής πολιτικής, είναι μέσον οικονομικού πολέμου και καταστροφής των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών από τις ισχυρότερες και, κατά συνέπεια, είναι μέσον πολιτικού ελέγχου και πλήρους καθυπόταξης, αφού όταν μια χώρα χάνει την νομισματική της κυριαρχία, χάνει την εθνική της κυριαρχία και οι εργαζόμενες μάζες κάθε τους δημοκρατική κατάκτηση. Η εθνική κυριαρχία είναι κατάκτηση των εργαζομένων μαζών, αφού επετεύχθη με τους δικούς τους αγώνες και όχι με τους αγώνες της αστικής τάξης. Αυτή, απλά και μόνο, εκμεταλλεύτηκε τους αγώνες τους για το δικό της όφελος.
Επειδή, όμως, αυτός ο πόλεμος δεν γίνεται με στρατιωτικά μέσα ακόμα, αλλά με οικονομικά και πολιτικά, απαιτείται η ανάδειξη δουλικών κυβερνήσεων.
Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, για να επικρατήσουν οι απάνθρωπες πολιτικές λιτότητας που συνεπάγεται το ευρώ απαιτούνται αυταρχικοί τρόποι διακυβέρνησης, αφού καταδικάζουν έναν ολόκληρο λαό στην εξαθλίωση και καταλύουν τα δημοκρατικά δικαιώματα που κατέκτησαν οι εργαζόμενοι σε μια μακριά πορεία αγώνων. Εκτός από τον κυβερνητικό αυταρχισμό επιστρατεύονται οι σκοτεινότερες, ανοιχτά εγκληματικές ομάδες του συγκαλυμμένου ή απροκάλυπτου φασισμού, έχοντας σκοπό να χτυπήσουν κάθε παρόν ή μελλοντικό δημοκρατικό αίτημα του χειμαζόμενου ελληνικού λαού.
Κάτω από αυτές τις αντικειμενικές συνθήκες οι αφυπνιζόμενοι λαοί θα μπορούσαν να κινηθούν σε προοδευτική, δημοκρατική κατεύθυνση. Αντί γι αυτό, η καθολική και χρόνια αποτυχία του συνόλου της αριστεράς, τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκόσμια, να ενδιαφερθεί για τα προβλήματα των εργαζομένων και, γενικότερα, για τις λαϊκές μάζες, να προτείνει πολιτικές ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης και να λειτουργήσει σαν επαναστατικό υποκείμενο για την ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος, έχει ευνοήσει καθοριστικά την ανάδειξη συντηρητικών, εθνικιστικών κυβερνήσεων. Οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ώριμες, εδώ και πολλά χρόνια. Το επαναστατικό υποκείμενο λείπει, εδώ και πολλά χρόνια.
Η καθιέρωση εθνικού νομίσματος δεν είναι, απλά, μια αλλαγή “χαρτιών και νομισμάτων” ή ένα “στάδιο” στην πορεία της ταξικής πάλης, όπως το παρουσιάζουν μερικοί επαγγελματίες απατεώνες της πολιτικής, αλλά σημαίνει ανάκτηση της χαμένης εθνικής κυριαρχίας(1). Η ανάκτησή της αποτελεί πρωτεύουσα και κύρια δημοκρατική απαίτηση. Αντικειμενικά.
Το επιχείρημα ότι η αποχώρηση από την ευρωζώνη και την ΕΕ και η θέσπιση εθνικού νομίσματος είναι υπόθεση της άρχουσας τάξης και ότι η εργατική τάξη δεν έχει ρόλο σ’ αυτήν είναι φαύλο και ύπουλο, αρνείται την πάλη για την δημοκρατία(2) και παραδίδει το εθνικό – ταξικό ζήτημα στα χέρια του Αστικού Συνασπισμού Εξουσίας, ο οποίος θα το εκμεταλλευτεί σύμφωνα με τα δικά του συμφέροντα.(3). Αυτή η άποψη, παρά την “επαναστατική” φαφλατολογία είναι αντιϊστορική, αρνείται τον ρόλο του επαναστατικού υποκειμένου, αρνείται την πολιτική αξιοποίησης οποιουδήποτε ρήγματος στον Αστικό Συνασπισμό Εξουσίας προς όφελος της εργατικής τάξης και της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού(4), αρνείται την δυνατότητα της πολιτικής ενοποίησης της εργατικής τάξης και την ηγεμονική-διευθυντική συμμαχία της με πλειονοψηφικά τμήματα των ενδιάμεσων διαστρωματώσεων του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αρνείται την αναγκαιότητα συμμαχιών προς όφελος των μισθοσυντήρητων(5), ευνοεί την ανάπτυξη εθνικιστικών και φασιστικών κινημάτων και υπηρετεί την κυριαρχία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ο αγώνας για την δημοκρατία, της οποίας η εθνική κυριαρχία είναι το βασικό συστατικό είναι καθήκον κάθε αντιφασίστα, κάθε δημοκράτη και κάθε επαναστάτη. Στη σημερινή συγκυρία, δεδομένης της οικονομικής, ιδεολογικής και πολιτικής αδυναμίας της εργατικής τάξης, ο επαναστατικός αγώνας συμπυκνώνεται στην ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας: στην κατάργηση των μνημονίων, την δημιουργία εθνικού νομίσματος, την μονομερή, χωρίς καμία διαπραγμάτευση, διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, την παροχή σεισάχθειας των χρεών, την κατάργηση των πολιτικών λιτότητας, την αποχώρηση από την ΕΕ.
Μόνο η δημιουργία ενός πλατιού, δημοκρατικού, ριζοσπαστικού μετώπου και η υλοποίηση αυτών των στόχων, θα δώσει την δυνατότητα για παραπέρα βήματα. Αν θα γίνουν ή όχι, αφορά στην επαναστατική πολιτική πρακτική, την γνώση της επαναστατικής θεωρίας, της θέλησης και των ικανοτήτων. Οι κίνδυνοι παραμονεύουν και θα παραμονεύουν πάντοτε. Όμως, οποιοσδήποτε κίνδυνος είναι μικρότερος από την κόλαση που ζει, σήμερα, ο ελληνικός λαός.
Η πιθανότητα ύπαρξης λαθών, δυσκολιών και κινδύνων δεν πρέπει να αποθαρρύνει. Το μεγαλύτερο λάθος είναι η αδράνεια.
ΟΙ ΛΑΟΙ ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ
Σημειώσεις
1.α. «…ότι τίποτα, ούτε καν τα καλά πράγματα που χορηγούνται ή επιβάλλονται, δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας» Καρλ Μαρξ Νέα Εφημερίδα του Ρήνου Αύγουστος του 1848.
β. «Δεν μπορεί να υπάρξει καμία πραγματική μεταρρύθμιση όσο η κυριαρχία δεν ανήκει εξ ολοκλήρου στο έθνος και δεν μπορεί να υπάρξει εθνική κυριαρχία εφ ‘όσον οι αρχές του συντάγματος του 1793 δεν γίνουν πραγματικότητα» Φρίντριχ Ένγκελς.
2.α. «Σε κάθε αστικό εθνισμό καταπιεζόμενου έθνους υπάρχει πανδημοκρατικό περιεχόμενο ενάντια στην καταπίεση κι αυτό ακριβώς το περιεχόμενο το υποστηρίζουμε χωρίς όρους«. Λένιν: «Για το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών» σελ. 61.
β. «Πρώτα -πρώτα, ποια είναι η πιο σπουδαία, η πιο βασική ιδέα των θέσεών μας; Είναι η διάκριση ανάμεσα στα καταπιεζόμενα και τα καταπιέζοντα έθνη. Εμείς υπογραμμίζουμε αυτή τη διάκριση σε αντίθεση με την Β’ Διεθνή και την αστική δημοκρατία…» Λένιν : «Έκθεση στην Επιτροπή για το Εθνικό  και Αποικιακό Ζήτημα». Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1921.
γ. «Η απόφαση του Διεθνούς Σοσιαλιστικού Συνεδρίου του Λονδίνου, το 1896, που αναγνωρίζει την αυτοδιάθεση των εθνών, πρέπει να συμπληρωθεί σύμφωνα με τις θέσεις που εκθέσαμε πιο πάνω και να τονιστεί
α) ότι στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού η διεκδίκηση αυτή έχει εξαιρετικά επιτακτικό χαρακτήρα,
β) ότι όλες οι διεκδικήσεις της πολιτικής δημοκρατίας, μαζί και η διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης, είναι πολιτικά σχετικές κι έχουν ταξικό περιεχόμενο…» Λένιν: «Η Σοσιαλιστική Επανάσταση  και το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών»,  σελ. 120.
3. «…η αστική τάξη των καταπιεζόμενων εθνών μόνο φλυαρεί για εθνική εξέγερση, ενώ στην πράξη έρχεται σε αντιδραστικές συναλλαγές με την αστική τάξη του καταπιεστικού έθνους, πίσω από την πλάτη και ενάντια στο λαό της. Στις περιπτώσεις αυτές η κριτική των επαναστατών μαρξιστών πρέπει να στρέφεται όχι ενάντια στο εθνικό κίνημα, αλλά ενάντια στον εκφυλισμό, στον εκχυδαϊσμό, στη μετατροπή του σε μικροκαβγά».
Λένιν: «Σχετικά με τη Γελοιογραφία του Μαρξισμού και τον «Ιμπεριαλιστικό Οικονομισμό»» Γράφτηκε Αύγουστο-Οκτώβρη του 1916.
4. «Η σοσιαλιστική επανάσταση δεν είναι μια μόνη πράξη, δεν είναι μια μόνη μάχη σ’ ένα μόνο μέτωπο, αλλά ολόκληρη εποχή οξυμένων ταξικών συγκρούσεων, μακριά σειρά από μάχες σε όλα τα μέτωπα, δηλαδή σε όλα τα ζητήματα της οικονομίας και της πολιτικής, από μάχες που μπορούν να τελειώσουν μόνο με την απαλλοτρίωση της αστικής τάξης. Θα ήταν βασικό λάθος να νομιστεί ότι ο αγώνας για τη δημοκρατία μπορεί να αποσπάσει το προλεταριάτο από τη σοσιαλιστική επανάσταση ή να τη συγκαλύψει, να την επισκιάσει κ.τ.λ. Αντίθετα, όπως δεν είναι δυνατό να υπάρξει νικηφόρος σοσιαλισμός που δεν πραγματοποιεί την πλήρη δημοκρατία, έτσι δεν μπορεί να προετοιμαστεί για τη νίκη ενάντια στην αστική τάξη ένα προλεταριάτο που δεν διεξάγει ολόπλευρο, συνεπή κι επαναστατικό αγώνα για τη δημοκρατία. Δεν θα ήταν μικρότερο το λάθος αν αφαιρούσαμε ένα από τα άρθρα του δημοκρατικού προγράμματος, λ.χ. το άρθρο για την αυτοδιάθεση των εθνών, με τη δικαιολογία ότι δήθεν «είναι απραγματοποίητη» ή ότι αποτελεί «αυταπάτη» μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού». Λένιν: «Η Σοσιαλιστική Επανάσταση και το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών», σελ. 107
5. Η ιστορία του μπολσεβικισμού και πριν και μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση είναι γεμάτη από περιπτώσεις ελιγμών, συμφωνιών, συμβιβασμών με άλλα κόμματα, χωρίς να εξαιρούνται και τα αστικά κόμματα! Η υπογραφή της συνθήκης του Μπρεστ Λιτόφσκ και η φράση «θα συμμαχήσω και με τον διάβολο» είναι χαρακτηριστικά και μόνο ενδεικτικά.
«Υπάρχουν στιγμές, που πρέπει να διευρύνουμε τα μέτωπα της πάλης ακόμα και με συμμάχους που μας φαίνονται ασταθείς, ταλαντευόμενοι, όχι αρκετά δυνατοί και αποφασισμένοι για να αντέξουν την πορεία μέχρι το τέλος. Μπορείς να νικήσεις έναν πιο ισχυρό αντίπαλο, μόνο εντείνοντας στο έπακρο τις δυνάμεις και χρησιμοποιώντας υποχρεωτικά, με την πιο μεγάλη επιμέλεια, φροντίδα, προσοχή και επιδεξιότητα κάθε, έστω και την ελάχιστη, «ρωγμή» ανάμεσα στους εχθρούς, κάθε αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στην αστική τάξη των διαφόρων χωρών, ανάμεσα στις διάφορες ομάδες ή κατηγορίες της αστικής τάξης στο εσωτερικό της κάθε χώρας –όπως και κάθε, έστω και την ελάχιστη, δυνατότητα να αποκτήσεις μαζικό σύμμαχο, έστω και προσωρινό, ταλαντευόμενο, ασταθή, αβέβαιο και συμβατικό. Όποιος δεν το κατάλαβε αυτό, δεν κατάλαβε ούτε κόκκο από το μαρξισμό και από τον επιστημονικό, σύγχρονο, σοσιαλισμό γενικά». Β.Ι. Λένιν

ΠΗΓΗ:seisaxthiablog
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.